Ήταν ο πιο πολλά υποσχόμενος Αμερικάνος ψηλός που έχει εμφανιστεί από την εποχή του Τιμ Ντάνκαν. Την ίδια ώρα, ήταν και ο πιο θεαματικός παίκτης του NBA έχοντας μόνιμα καπαρωμένη μια θέση στις καλύτερες φάσεις κάθε αγωνιστικής. Με αφορμή την σημερινή εξαιρετική του εμφάνιση κόντρα στους Λέικερς, το Basketworld.net ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων για τον Μπλέιν Γκρίφιν (16/3/1989, 2.06μ.), έναν παίκτη που στις αρχές της περασμένης δεκαετίας φερόταν ως ο διάδοχος του Σον Κεμπ.
Πριν από δέκα χρόνια λοιπόν, η συζήτηση του Κένι Σμιθ (παλαίμαχος άσος του NBA και μετέπειτα τηλεσχολιαστής) με τον Τσαρλς Μπάρκλεϊ (κάθε εξήγηση περιττή), οδηγείται σε αδιέξοδο. Το αντικείμενο της συνομιλίας τους; Ένας 22χρονος -τότε- πιτσιρικάς που έχει κάνει όλη την μπασκετική υφήλιο να παραμιλάει. Οι δυο τους επιχειρούν να βρουν ποιον παίκτη τους θυμίζει. «Κάποιοι προσπαθούν να τον συγκρίνουν με μένα, όμως πιστεύω ότι πέρα από το χρώμα δεν έχουμε τίποτε άλλο κοινό», αποτείνεται ο «Σερ» γελώντας. Και συνεχίζει: «Είναι εκπληκτικός παίκτης και το πιο τρομακτικό στοιχείο της υπόθεσης είναι πως ακόμα δεν ξέρει πραγματικά πώς να παίζει μπάσκετ. Έχει απεριόριστες δυνατότητες».
Τελικά, ύστερα από κάποια επιπλέον βίντεο του νεαρού, ο «Τσακ» δίνει μια καινούργια ερμηνεία: «Έχει σπάνια εκρηκτικότητα. Μου θυμίζει τον Σον Κεμπ, όσον αφορά την εκρηκτικότητά του». Και ο Κένι Σμιθ τον συμπληρώνει: «Αν λάβουμε υπόψη την κορμοστασιά και τη θέση του, θυμίζει σίγουρα τον Σον Κεμπ. Και αυτό που με εντυπωσιάζει περισσότερο, είναι πως έχει εξελίξει σε πολύ μεγάλο βαθμό την ικανότητά του να χειρίζεται την μπάλα καλύτερα ακόμα και από τον Σον».
Ο περί ου ο λόγος, έχει διαφορετική γνώμη: «Οι παίκτες απ’ τους οποίους επηρεάζομαι περισσότερο είναι ο Καρμέλο Άντονι και ο Αμάρε Στούντεμαϊρ. Αν θα έπρεπε όμως να διαλέξω κάποιον που να λειτουργεί ως πρότυπο για μένα τότε αυτός είναι σίγουρα ο Αμάρε. Μου αρέσει το πώς βελτιώθηκε επιθετικά αναπτύσσοντας ένα αξιόπιστο σουτ από μέση απόσταση». Η αλήθεια είναι πως το αγωνιστικό στιλ του άσσου των Κλίπερς από μόνο του δε θυμίζει αποκλειστικά έναν και μόνο παίκτη. Αντίθετα, αν απομονώσει κανείς μεμονωμένα στοιχεία του παιχνιδιού του θα βρει πολλά και γνώριμα στοιχεία από μεγάλους παίκτες τόσο από το παρόν όσο και από το παρελθόν.
Ο Μπλέικ Γκρίφιν έχει το σωματότυπο και την εκρηκτικότητα του Σον Κεμπ, αλλά σε υπέρτερο βαθμό απ’ ό,τι ο παλιός άσσος τον Σόνικς, ενώ είναι και καλύτερος χειριστής της μπάλας. Έχει τον δυναμισμό και το φυσικό τσαγανό του Τσαρλς Μπάρκλεϊ, όμως υπερτερεί έναντι του «Σερ» σε φυσικά προσόντα. Σε κάποιες κινήσεις του μέσα στον αγώνα θυμίζει όντως τον Αμάρε, με τη διαφορά όμως ότι είναι πολύ καλύτερος πασέρ (σ.σ. 3.8 ασίστ στη ρούκι σεζόν του έναντι 1.5 που είναι ο μέσος όρος καριέρας του άσου των Νικς). Σε ορισμένες άλλες-ελάχιστες, είναι η αλήθεια-φάσεις μέχρι που θυμίζει ακόμα και τον Τιμ Ντάνκαν, όταν επιστρατεύει το σουτάκι με ταμπλό από μέση απόσταση προκειμένου να σκοράρει. Εν ολίγοις, ο Μπλέικ Γκρίφιν θυμίζει αρκετούς παίκτες, όλοι απ’ αυτούς All Star (για να μην πούμε Hall Of Fame) επιπέδου. Κι όμως ακόμα έδειχνε «άγουρος» μπασκετικά. Άρτιος μεν αθλητικά, αλλά όπως τόνισε και ο Μπάρκλεϊ: «Θα ήθελα κάποια στιγμή να δω τον Μπλέικ Γκρίφιν όχι ως αθλητή αλλά ως μπασκετμπολίστα». Αν στα 23 του χρόνια, με δύο All Star Game ήδη στο βιογραφικό του και το βραβείο του Ρούκι Της Χρονιάς στην τροπαιοθήκη του, ο πάουερ-φόργουορντ των Κλίπερς -τότε- και νυν των Πίστονς δεν έπειθε ακόμα ως παίκτης του μπάσκετ, τότε όντως είναι τρομακτικό το τι θα μπορούσε να καταφέρει αν βελτιωνόταν κι άλλο. Όχι βέβαια πως αυτή ήταν μια πρωτότυπη κατάσταση για τον ίδιο…
Family matters
Με πατέρα μαύρο και μητέρα λευκή, ο γεννημένος στις 16 Μαρτίου του 1989, Μπλέικ Γκρίφιν, από νωρίς-νωρίς διδάχτηκε την αξία της οικογένειας αναπτύσσοντας πολύ στενούς δεσμούς αγάπης με τους γονείς του αλλά και με τον αδελφό του. Ο πατέρας του, Τόμι, υπήρξε μπασκετμπολίστας κι εν συνεχεία ανέλαβε προπονητής στην ομάδα του Χριστιανικού Σχολείου της Οκλαχόμα. Η μητέρα του, Γκέιλ, ήταν καθηγήτρια σε σχολείο, όμως παράτησε τη δουλειά της προκειμένου να αναλάβει να διδάξει τα παιδιά της από το σπίτι. Τοιουτοτρόπως ο Μπλέικ και ο μεγαλύτερος αδερφός του, Τέιλορ, μέχρι το γυμνάσιο έλαβαν ένα μεγάλο μέρος της διδασκαλίας και της μόρφωσής τους από το σπίτι.
Αυτή η ιδιάζουσα απόφαση για τη μόρφωση των παιδιών τους, πάντως, δεν προέκυψε τυχαία ως σκέψη για τους δυο γονείς. Όπως θυμάται ο μπαμπάς Τόμι: «Όταν ο Μπλέικ ήταν μικρός ήθελε να βρίσκεται με την οικογένειά του. Οπότε κάθε μέρα είχαμε το ίδιο σενάριο: όταν ετοιμαζόμασταν να φύγουμε με την Γκέιλ, ερχόταν, μας αγκάλιαζε και άρχιζε να κλαίει. Η Γκέιλ στη συνέχεια έκλαιγε με τη σειρά της μέσα στο αμάξι σε όλη τη διαδρομή μέχρι το σχολείο. Ήταν πολύ ψυχοφθόρο και κάθε φορά της ράγιζε η καρδιά. Γι’ αυτό καταλήξαμε σε μια απόφαση. Να αναλάβουμε τη μόρφωσή τους απ’ το σπίτι». Έτσι, με την τραπεζαρία να λειτουργεί σαν αίθουσα διδασκαλίας, οι δυο πιτσιρικάδες μεγάλωσαν μέσα σε ένα περιβάλλον με χριστιανικές αρχές που την ίδια ώρα λειτουργούσε και σαν καταφύγιο.
Το όλο εγχείρημα ξεπέρασε ακόμα και τις καλύτερες προσδοκίες, καθώς τα δυο παιδιά όχι απλά δε δημιούργησαν ποτέ πρόβλημα, αλλά ανταποκρίθηκαν με το «καλημέρα» σε αυτόν τον τρόπο ζωής. «Το σχολείο στο σπίτι βοήθησε πολύ και τα δυο παιδιά», λέει με περηφάνια ο Τόμι και προσθέτει «δόθηκε η ευκαιρία και στον Τέιλορ, και στον Μπλέικ να μεγαλώσουν με σωστές αρχές». Η Γκέιλ απ’ την άλλη πλευρά, έχοντας βιώσει τον κομβικό ρόλο της καθοδήγησης των παιδιών της θυμάται πως: «Σίγουρα δεν ήταν κάθε μέρα μες στην καλή χαρά και στα πανηγύρια, όμως σίγουρα ήταν μεγάλη ευτυχία τόσο για μένα, όσο και γι’ αυτά που μπορούσαμε να είμαστε μαζί. Ο Τέιλορ, ως μεγαλύτερος, ήταν πιο σοβαρός, ενώ ο Μπλέικ ανυπομονούσε να τελειώσει το μάθημα για να πάει να παίξει. Και τα δυο παιδιά, ωστόσο, προσαρμόστηκαν πολύ αρμονικά στο όλο σύστημα και μεγάλωσαν πολύ καλά».
Αυτό θα το σύστημα θα άλλαζε, μόλις ο Μπλέικ θα έμπαινε στις τάξεις στο γυμνάσιο. Όχι όμως ότι και πάλι θα έμενε μακριά από την οικογένειά του. Κι αυτό, γιατί στο Χριστιανικό Σχολείο της Οκλαχόμα όπου θα πήγαινε, μπορεί πλέον να μην είχε για καθηγήτρια τη μητέρα του, είχε όμως για προπονητή στην ομάδα μπάσκετ τον πάτερα του και συμπαίκτη τον αδερφό του. Κι αυτή ακριβώς η συνύπαρξη με τον αδερφό του όλα αυτά τα χρόνια, ήταν που βοήθησε τον σούπερ-σταρ των Κλίπερς να εξελιχθεί ως παίκτης. «Τον ακολουθούσα παντού», θυμάται ο Μπλέικ, «ήθελα πάντοτε να κάνω παρέα μαζί του και να βρίσκομαι μαζί του». Αυτό βεβαίως είχε και τις δυσκολίες του, με δεδομένο πως αμφότερα τα αδέρφια είχαν ένα κοινό πεδίο ενδιαφέροντος που συχνά εξελισσόταν σε πεδίο μάχης μεταξύ τους: το μπάσκετ. Ο Μπλέικ, όντας, μικρότερος, συχνά έχανε στους αγώνες που έπαιζε απέναντι στον Τέιλορ και αυτό τον έβγαζε εκτός εαυτού. Χαρακτηριστικά, όπως θυμάται ο Τέιλορ: «Μια μέρα ήταν πολύ εκνευρισμένος (ο Μπλέικ) που είχε χάσει και με προκαλούσε να παίξουμε ξανά. Όμως εγώ ήθελα να παρακολουθήσω τηλεόραση. Τότε μου επιτέθηκε και καυγαδίσαμε με αποτέλεσμα να μου σπάσει τα γυαλιά».
Αυτό όμως θα άλλαζε τώρα στο γυμνάσιο. Τα δυο αδέρφια, αντί για αντίπαλοι ήταν συμπαίκτες πια και κατ’ επέκταση θα ενώνανε τις δυνάμεις τους υπό τις οδηγίες του πατέρα τους για το καλό του σχολείου. Το αποτέλεσμα υπήρξε ιδανικό. Αγωνιζόμενοι επί δυο χρόνια (2003-2005) δίπλα-δίπλα, οι αδερφοί Γκρίφιν κατέκτησαν δυο πρωταθλήματα. Και όταν με το τέλος του 2005, ο αδερφός του έφυγε για το κολέγιο, ο Μπλέικ δεν είχε το παραμικρό πρόβλημα να οδηγήσει το σχολείο του σε δυο ακόμα τίτλους, καταγράφοντας μάλιστα στην τελευταία του χρονιά αριθμούς πέρα από κάθε προσδοκία: 26.8 πόντοι, 15.1 ριμπάουντ, 4.9 ασίστ.
Επόμενο στάδιο ήταν το κολέγιο πλέον και στη συγκεκριμένη απόφαση ο νυν άσσος των Πίστονς για ακόμα μια φορά δεν πρωτοτύπησε, επιλέγοντας ξανά την… οικογενειακή συνύπαρξη. Ο αδερφός του, Τέιλορ, βρισκόταν ήδη στο κολέγιο της Οκλαχόμα και αναμενόμενα ο Μπλέικ επέλεξε επίσης να φοιτήσει στο ίδιο μέρος και ν’ αγωνιστεί γι’ ακόμα μια φορά στο πλευρό του. Βέβαια, τα πράγματα πλέον ήταν αρκετά διαφορετικά. Κι αυτό, διότι ο Μπλέικ δεν ήταν πλέον ο μικρός αδερφός του Τέιλορ, αλλά το μεγάλο αστέρι της οικογένειας Γκρίφιν. «Είναι ενδιαφέρον το πώς αλλάζουν οι καιροί», δήλωσε τότε ο Τέιλορ, για να συμπληρώσει-δίχως το παραμικρό ίχνος κόμπλεξ-πως: «Υπάρχουν στιγμές που τον παρακολουθώ μέσα στο παιχνίδι και συλλαμβάνω τον εαυτό μου σε κάποια ενέργειά του να εντυπωσιάζομαι το ίδιο με τους υπόλοιπους. Το ότι έχει εξελιχθεί σε αστέρα τέτοιου μεγέθους είναι κάτι που με χαροποιεί απόλυτα γιατί πρόκειται για τον αδερφό μου, για την ίδια την οικογένειά μου».
Και όντως ο ταλαντούχος πάουερ-φόργουορντ μπαίνοντας στο κολέγιο έδειξε ευθύς εξαρχής από τι κράμα ήταν φτιαγμένος. Ήδη στην πρώτη του χρονιά είχε 14.7 πόντους και 9.1 ριμπάουντ. Όμως η πραγματική «έκρηξη» ήρθε τη δεύτερη-και τελευταία-χρονιά του στο κολέγιο, όταν εκτόξευσε την παραγωγικότητά του στους 22.7 πόντους και 14.4 ριμπάουντ, με 64.6 % ποσοστό ευστοχίας, επιτυγχάνοντας συν τοις άλλοις μερικά αξιομνημόνευτα ρεκόρ. Ήταν δεύτερος σε αγώνες με διψήφια παραγωγικότητα σε πόντους και ριμπάουντ στην ιστορία του NCAA, με 30 έναντι 31 του Ντέιβιντ Ρόμπινσον, ενώ ήταν ο πρώτος παίκτης από την εποχή του Λάρι Μπερντ που, με 504 ριμπάουντ σύνολο, κατέγραφε ένα τόσο υψηλό νούμερο σε «σκουπίδια». Φυσικά, οι διακρίσεις έπεφταν βροχή τότε, με τις πιο αξιομνημόνευτες από αυτές να είναι το Βραβείο John R. Wooden, το Βραβείο Naismith για τον Κορυφαίο Παίκτη Της Χρονιάς και το Τρόπαιο Oscar Robertson.
Το NBA υποκλίνεται
Η είσοδός του στα ντραφτ του 2009 και ακολούθως στο NBA θεωρούνταν αυτονόητη και ο ίδιος επαλήθευσε τις προβλέψεις σε ζωντανή συνέντευξη που παραχώρησε στο ESPN τον Απρίλιο της συγκεκριμένης χρονιάς. Έτσι, το καλοκαίρι που ακολούθησε, οι Λος Άντζελες Κλίπερς, έχοντας το προνόμιο να επιλέξουν πρώτοι, δεν το σκέφτηκαν καθόλου χαρίζοντάς του το νούμερο ένα του ντραφτ.
Ο Γκρίφιν τους δικαίωσε με το καλημέρα. Ήδη στο Summer League που ακολούθησε ήταν ο καλύτερος παίκτης κι έδειξε ότι είναι πανέτοιμος για το κορυφαίο πρωτάθλημα μπάσκετ του πλανήτη. Αυτό, μέχρι να βρεθεί αντιμέτωπος με τη μεγαλύτερη μέχρι τότε ατυχία της καριέρας του. Στο τελευταίο φιλικό παιχνίδι πριν την έναρξη της αγωνιστικής περιόδου 2009-2010, ο αθλητικός φόργουορντ έσπασε την επιγονατίδα του αριστερού του ποδιού σε μια προσπάθεια να καρφώσει με αποτέλεσμα να χάσει ολόκληρη τη σεζόν. Αυτό δεν τον πτόησε όμως και σε ολόκληρο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τότε μέχρι την έναρξη της επόμενης σεζόν ο Μπλέικ Γκρίφιν δούλευε σκληρά προκειμένου να αναρρώσει, αλλά και να είναι όσο το δυνατόν πιο έτοιμος για την πρώτη του επαγγελματική χρονιά.
Τα αποτελέσματα ήταν προφανή. Έγινε ο πρώτος ρούκι από την εποχή του Τιμ Ντάνκαν που ψηφίστηκε από τους προπονητές να συμμετάσχει στο All Star Game, τερμάτισε τη σεζόν με εκπληκτικούς μέσους όρους (22.5 πόντους, 12.1 ριμπάουντ και 3.8 ασίστ), κατάφερε σε δυο ματς να σημειώσει πάνω από 40 πόντους (44 με Νικς και 47 με Πέισερς) και σε άλλα δυο να πετύχει triple-double (με Γκρίζλις και Ουίζαρντς), ενώ ήταν δίχως δεύτερη σκέψη ο πιο εντυπωσιακός και θεαματικός παίκτης της λίγκας φέτος. Φυσικά κατέκτησε και το διαγωνισμό καρφωμάτων, σε μια απόφαση πάντως που σήκωσε άφθονη κριτική καθώς πολλοί πίστευαν πως ο Τζαβάλ Μαγκί ήταν αυτός που άξιζε να κερδίσει το βραβείο.
Μάλιστα, ένας από τους πρώτους ανθρώπους που έσπευσαν να λοιδορήσουν την τελευταία προσπάθεια του Γκρίφιν στο διαγωνισμό είναι ο άνθρωπος με τον οποίο πολλοί τον παρομοιάζουν, ο Σον Κεμπ. «Τον θαυμάζω σαν παίκτη όμως αυτό το κάρφωμα ήταν το λιγότερο εντυπωσιακό που έχω δει στη σύγχρονη ιστορία του θεσμού», δήλωσε ο απόμαχος σταρ.
Ίσως και να έχει δίκιο ο «Reign Man», όμως αυτό μικρή σημασία έχει. Κι αυτό, γιατί ο ίδιος ο Γκρίφιν έβαζε τον πήχη πολύ ψηλά, δουλεύοντας όσο πιο σκληρά γίνεται. «Δουλεύω πολύ πάνω στο σουτ μου, διότι θέλω να βελτιωθώ. Θα μου άρεσε σε 15 χρόνια από τώρα να μιλάνε για μένα και να θεωρούν πως είμαι ένας παίκτης επιπέδου Hall Of Fame», δηλώνει.
Φανατικός λάτρης των Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν και με τεράστια αγάπη για το ποδόσφαιρο, ο Μπλέικ Γκρίφιν δηλώνει επιπλέον πως παρακολουθεί Μουντιάλ δίχως να κρύβει μάλιστα τις προτιμήσεις του: «Με εξαίρεση τις ΗΠΑ, λατρεύω την Βραζιλία». Με τον αδερφό του, Τέιλορ, να απέχει παρασάγγας πλέον σε ταλέντο και δημοτικότητα (σ.σ. επιλέχθηκε επίσης στο ντραφτ του 2009 μόλις στο νούμερο 48 από τους Σανς και έχει αγωνιστεί στο… βελγικό πρωτάθλημα), ο Μπλέικ Γκρίφιν είναι κι επισήμως το μεγάλο καμάρι της οικογένειας κάνοντας περήφανο τον μπαμπά Τόμι. «Τα σχέδιά μας είναι καλά, όμως τα σχέδια του Θεού είναι καλύτερα», τονίζει ο τελευταίος. Αν μη τι άλλο, ο Θεός προφανώς κι είχε μεγάλα σχέδια για τον δευτερότοκο γιο του.