Ένας από τους πλέον συνήθεις όρους που μπορεί να συναντήσει κανείς στα ρεπορτάζ της αμερικάνικης «πιάτσας» για τους σούπερ-σταρ του NBA είναι η περίφημη «go-to-move» του καθενός από αυτούς.

Ήτοι η κίνηση αυτή που χαρακτηρίζει το αγωνιστικό προφίλ ενός παίκτη, αποτελώντας το σήμα κατατεθέν της επιτυχίας του. Αυτή μπορεί να είναι οτιδήποτε. Από μια ραβέρσα ή μια σταυρωτή ντρίμπλα, μέχρι εκείνο το περίφημο… κάτι σαν σουτ του «παλιόφιλού» μας Ουόλτερ Μπέρι, που κανείς αντίπαλος στον κόσμο δεν μπορούσε να περιορίσει. Το Basketworld.net διδάσκεται από τους καλύτερους τις «go-to-moves» που έμειναν στην ιστορία.

ΚΑΡΙΜ ΑΜΠΝΤΟΥΛ ΤΖΑΜΠΑΡ: «Skyhook»

Κατά γενική ομολογία, στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ δεν έχει υπάρξει πιο ασταμάτητο «όπλο» στη φαρέτρα ενός μπασκετμπολίστα από την περίφημη -και τόσο χαρακτηριστική- ραβέρσα του διοπτροφόρου απόμαχου σταρ των Μπακς και των Λέικερς.

Απόδειξη οι 38.387 πόντοι που έχει σημειώσει στην καριέρα του (με 55.9 % ποσοστό ευστοχίας μάλιστα), αριθμός που τον φέρνει στη θέση του δεύτερου σκόρερ όλων των εποχών σε απόλυτα νούμερα. Μοναδική τόσο σε σύλληψη όσο και σε εκτέλεση, η συγκεκριμένη κίνηση είχε την ιδιαιτερότητα ότι στην ίδια χρονική στιγμή έθετε σε κίνηση ολόκληρο το κορμί του υψηλόσωμου σέντερ -και όχι μόνο τα χέρια- επιτρέποντάς του έτσι να σουτάρει από το υψηλότερο δυνατό πεδίο δράσης του.

Η αρμονική κίνηση της λεκάνης, σε συνδυασμό με το εξισορροπημένο πάτημα του ενός ποδιού και το άψογο τέντωμα του χεριού στην τελική προσπάθεια, ήταν τα μυστικά της επιτυχίας του skyhook του Καρίμ. Βέβαια, σε ένα μεγάλο ποσοστό η αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης κίνησης οφείλονταν στο γεγονός πως η ίδια η κορμοστασιά του πρώην άσσου των Λέικερς τον ευνοούσε στην πράξη, αφού τα 2.18 μέτρα του ύψους του, σε συνδυασμό με τα μακριά άκρα του (σ.σ. ο Καρίμ ήταν αμφιδέξιος) και το ευέλικτο λεπτεπίλεπτο -για σέντερ-κορμί του, ήταν στοιχεία που του επέτρεπαν αφενός να μην κόβεται σχεδόν ποτέ, αφετέρου να βρίσκεται μια ταχύτητα παραπάνω από τους αντιπάλους του.

Αν κρίνουμε μάλιστα απ’ τα μίλια που έχει γράψει το «κοντέρ» του στο NBA (20 χρόνια), τότε δε θα ήταν καθόλου υπερβολή να πούμε πως το «skyhook» ήταν η… βενζίνη στη σκοραρομηχανή που άκουγε στο όνομα Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ!

 

ΜΑΪΚΛ ΤΖΟΡΝΤΑΝ: «Fadeaway jumpshot»

Αν πιστέψουμε τον παλαίμαχο προπονητή των Μέμφις Γκρίζλις και μετέπειτα τηλεσχολιαστή του NBA, Χιούμπι Μπράουν, αυτή η κίνηση από μόνη της επαρκούσε για να κάνει τον Μάικλ Τζόρνταν ασταμάτητο στην επίθεση. Το θέμα, όμως, είναι ότι ο κορυφαίος μπασκετμπολίστας όλων των εποχών καθυστέρησε λίγο, τηρουμένων των αναλογιών, να λανσάρει το συγκεκριμένο trademark στο αγωνιστικό του στιλ.

Κι εξηγούμαστε. Στα πρώτα χρόνια της καριέρας του στο NBA ο ζωντανός θρύλος των Μπουλς ήταν ένας θεαματικός σκόρερ που συνήθιζε να παίζει με πρόσωπο προς το καλάθι και να επιτίθεται είτε με θεαματικές «πτήσεις» είτε με σουτ από μέση απόσταση, στηριζόμενος σε κάθε περίπτωση στα αθλητικά προσόντα και στο ταλέντο του. Ωστόσο με το πέρασμα των χρόνων ο Μάικλ Τζόρνταν αποφάσισε να δοκιμάσει μια νέα προσέγγιση στο παιχνίδι του, προκειμένου να γίνει ακόμα πιο αποτελεσματικός.

Ποια ήταν αυτή; Να υιοθετήσει -αν και γκαρντ- τις συνήθειες των σέντερ, ποστάροντας τον εκάστοτε προσωπικό του αντίπαλο. Με μια ειδοποιό διαφορά όμως: αυτού του είδους το ποστάρισμα δεν είχε σκοπό να αυξήσει αλλά να μειώσει τις… επισκέψεις του «Air» μέσα στη ρακέτα, επιτρέποντάς του έτσι να διαφυλάξει το σώμα του από τα διαδοχικά σκληρά μαρκαρίσματα των αντιπάλων του.

Ο μηχανισμός του «fadeaway» ήταν απλός (για τα δεδομένα του συγκεκριμένου παίκτη πάντοτε): ο Τζόρνταν έβαζε πλάτη στα 4-5 μέτρα τον προσωπικό του αντίπαλο και σούταρε πέφτοντας προς τα πίσω και απομακρύνοντας το κορμί του από το σώμα του αμυνόμενου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξασφάλιζε αφενός για τον εαυτό του «εύκολους» αναίμακτους πόντους, αφετέρου για τους συμπαίκτες του την πολυτέλεια να συμμετέχουν πιο ενεργά στο παιχνίδι των Μπουλς στην προσπάθειά τους να τον τροφοδοτήσουν σωστά. Κάπως έτσι βρήκε σημείο εφαρμογής η περίφημη «τριγωνική επίθεση» του Τεξ Ουίντερ. Και κάπως έτσι στήθηκε η αυτοκρατορία μιας ομάδας που θεωρείται ακόμα και σήμερα από κάποιους ως η κορυφαία όλων των εποχών.

ΤΙΜ ΧΑΡΝΤΑΓΟΥΕΙ: «Killer crossover» ή αλλιώς «UTEP two-step»

Πρόκειται για την πιο δημοφιλή κίνηση ίσως στην ιστορία του NBA. Ο Όσκαρ Ρόμπερτσον την πρωτοσύστησε στο κοινό. Ο Άλεν Άιβερσον την έκανε μόδα. Οι Στιβ Φράνσις και Γκραντ Χιλ την αφομοίωσαν και την προσάρμοσαν ολοκληρωτικά στο παιχνίδι τους. Ακόμα και στα μέρη μας, γνωρίσαμε παίκτες όπως ο Μπάιρον Ντίνκινς και ο Ντέιβιντ Ρίβερς που την είχαν αναγάγει σε σήμα κατατεθέν τους. Κανείς όμως αθλητής δεν ταυτίστηκε με την «killer crossover» ντρίμπλα στο βαθμό που το έκανε ο Τιμ Χάρνταγουεϊ.

Ο «Πασχαλίτσας» μπορεί να μην υπήρξε ποτέ στην καριέρα του λαϊκό είδωλο (τουλάχιστον στο βαθμό που ήταν οι Άιβερσον και Χιλ), όμως δικαιούται να λέει ότι ήταν ο άνθρωπος που έδωσε μια νέα διάσταση στις ντρίμπλες, λανσάροντας την «killer crossover» κίνησή του με την μπάλα. Αντικειμενικός σκοπός της συγκεκριμένης ντρίμπλας, έτσι όπως μας τη σύστησε ο πρώην σούπερ-σταρ των Χιτ και των Ουόριορς, ήταν η ταχύτατη αλλαγή κατεύθυνσης με δυο ντρίμπλες: μια κάτω από τα πόδια για να «ψαρώσει» ο αμυντικός και μια με προσποίηση και μεταφορά της μπάλας από το ένα χέρι στο άλλο ώστε να αποπροσανατολισθεί τελείως.

«Παρόλο που στη αρχή έκανα πολλή προπόνηση για να την πετύχω, από ένα σημείο και μετά συνειδητοποίησα πως η crossover ντρίμπλα μού έβγαινε αυθόρμητα σε κάποιες φάσεις στους αγώνες, δίχως να το σκέφτομαι», δηλώνει ο ίδιος ο Χάρνταγουεϊ και προσθέτει: «Στην πορεία η κίνηση αυτή εξελίχθηκε στη λεγόμενη “killer crossover”, μια ντρίμπλα που την έμαθα παρακολουθώντας τον Περλ Ουάσινγκτον και η οποία είχε ως εξής: αρχικά ντρίμπλαρα την μπάλα ανάμεσα στα πόδια μου κι εφόσον ο αμυντικός “ψάρωνε” τότε άλλαζα ακαριαία κατεύθυνση με την crossover. Ουσιαστικά ήταν σα να άλλαζα κατεύθυνση δυο φορές μέσα στην ίδια φάση. Φαινομενικά είναι κάτι δύσκολο, όμως στην ουσία το μοναδικό που έκανα ήταν να συνδυάζω δυο απλές κινήσεις». Η πλέον τρανή απόδειξη πως το μπάσκετ είναι απλό άθλημα-για κάποιους…

 

ΡΙΚ ΜΠΑΡΙ: «Granny Shot»

Στα χρονικά του αθλήματος δεν έχει αντικρίσει ποτέ και κανείς κάτι τόσο ανορθόδοξο και συνάμα τόσο αποτελεσματικό, όσο το σουτ του Ρικ Μπάρι από τη γραμμή της φιλανθρωπίας. Κι αυτό διότι ο τρόπος που εκτελούσε ελεύθερες βολές ο πάλαι ποτέ σμολ φόργουορντ των Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς και η ευκρίνεια με την οποία έστελνε την μπάλα στο πλεχτό (90 % ποσοστό ευστοχίας στην καριέρα του στο ΝΒΑ) αποτελούν σα στοιχεία από μόνα τους ένα παράδοξο της φύσης. Για τον πρώτο σκόρερ του ΝΒΑ το 1967, όμως, αυτός δεν ήταν παρά ένας πολύ απλός τρόπος για να γεμίζει τη στατιστική του με εύκολους πόντους.

Για τον μηχανισμό του σουτ του στις ελεύθερες βολές, η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά: τα πόδια ανοιχτά σε στάση ημι-διάτασης και σουτ-κουτάλα με τα δυο χέρια από το ύψος των γοφών. Τουτέστιν μια εικόνα που θύμιζε γιαγιούλα (εξ ου και το προσωνύμιο) να πετάει σκουπίδια στον τενεκέ της αυλής της. Όσο για το αποτέλεσμα; Έξι πρωτιές σε ισάριθμες χρονιές σε ποσοστό ελευθέρων βολών (1973, 1975, 1976, 1978, 1979, 1980) κι ένα ποσοστό καριέρας της τάξεως του 90 % (89.98 % για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι) που τον φέρνει στην τρίτη θέση στη λίστα με τους πιο εύστοχους παίκτες όλων των εποχών στο πρωτάθλημα, πίσω μόνο από τους Μαρκ Πράις και Στιβ Νας. Τα λόγια είναι περιττά…

 

ΤΖΟΡΤΖ ΓΚΕΡΒΙΝ: «Finger-roll»

Σκόρερ απ’ τους λίγους, με ένα μέσο όρο καριέρας της τάξεως των 26.2 πόντων ανά παιχνίδι, ο «Iceman» θεωρείται ακόμα και στις μέρες μας ως μια από τις χαρισματικότερες «καλαθομηχανές» που έχουν πατήσει στα παρκέ του NBA. Ψηλός για σούτινγκ γκαρντ (2.01 μέτρα), ευκίνητος και με πλαστικότητα κινήσεων που του επέτρεπε να δοκιμάζει ό,τι είδους πιρουέτα του κατέβαινε στο νου κάθε φορά που εφορμούσε προς το αντίπαλο καλάθι, ο Τζορτζ Γκέρβιν έγινε διάσημος χάρη στο ιδιαίτερο και «θανατηφόρο» λέι-απ του.

Το περίφημο «finger-roll»-όπως έμεινε στην ιστορία-επέτρεπε στον σταρ των Σαν Αντόνιο Σπερς να εκμεταλλεύεται το ύψος και τα μακριά του άκρα, σκοράροντας με τα ακροδάχτυλα της παλάμης του, αφήνοντας στην πλειοψηφία των περιπτώσεων σύξυλους τους αντίπαλους αμυντικούς. Ήταν μάλιστα τέτοια η έφεση που είχε αποκτήσει ο Γκέρβιν στην εκτέλεση της συγκεκριμένης κίνησης, που στην πορεία την εξέλιξε ακόμα περισσότερο, πετυχαίνοντας να σκοράρει με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο κοντά στο καλάθι, αλλά και από αποστάσεις που έφταναν μέχρι τη γραμμή των ελεύθερων βολών! Γι’ αυτό… πάγωναν προφανώς οι αντίπαλοί του.

 

ΤΖΕΙΜΣ ΟΥΟΡΘΙ: «Status Of Liberty» κάρφωμα

Μπορεί ο Μάτζικ Τζόνσον, ως γνωστόν, να ήταν ο ιθύνων νους του περίφημου «Showtime» των Λέικερς, ωστόσο ο Τζέιμς Ουόρθι ήταν ο εκτελεστής του. Και τι εκτελεστής, έτσι; Με μπόι 2.05 και ασύλληπτη ταχύτητα στον αιφνιδιασμό, ο «Big Game James» ολοκλήρωσε την καριέρα του στο NBA με 17.6 πόντους μέσο όρο, 7 συμμετοχές σε All Star Game κι ένα βραβείο MVP σε τελικούς NBA (1988). Διακρίσεις διόλου ευκαταφρόνητες κοινώς.

Κι όμως, αν υπάρχει κάτι που να αποτελεί περισσότερο από καθετί άλλο σήμα κατατεθέν του σμολ-φόργουορντ των Λέικερς, τότε αυτό είναι το χαρακτηριστικότατο κάρφωμα με τον οποίο αξιοποιούσε τις πάσες του Μάτζικ στον αιφνιδιασμό.

Με το χέρι τεντωμένο να κρατάει στην παλάμη του την μπάλα λίγο πριν την καρφώσει στο καλάθι και το υπόλοιπο σώμα να εναρμονίζεται στην κίνηση με μια φυσική μεγαλοπρέπεια που προκαλούσε δέος σε κάθε φίλαθλο ή αντίπαλο. Ό,τι ακριβώς συμβαίνει και με το Άγαλμα της Ελευθερίας δηλαδή απ’ όπου εμπνεύστηκαν οι δημοσιογράφοι της εποχής το όνομα του συγκεκριμένου καρφώματος.

 

ΝΤΟΜΙΝΙΚ ΟΥΙΛΚΙΝΣ: «Windmill» κάρφωμα

Οι πασίγνωστοι «ανεμόμυλοι» (βλ. «windmill») του «Human Highlight Film» εξακολουθούν να παίζουν ακόμα και στις μέρες μας στα σποτάκια του NBA, διότι απλούστατα συνιστούν το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα της φιλοσοφίας που χαρακτηρίζει το καλύτερο πρωτάθλημα στον κόσμο. Τουτέστιν πως το θέαμα είναι πάνω απ’ όλα! Επί της ουσίας, βέβαια, το συγκεκριμένο κάρφωμα δεν είναι ότι ευνοούσε σε κάτι τον -ούτως ή άλλως- χαρισματικότατο σκόρερ, καθώς το δοκίμαζε ως επί το πλείστον στον αιφνιδιασμό όταν έφευγε μόνος με το αντίπαλο καλάθι.

Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι στο όλο εγχείρημα δεν υπήρχε μεγάλος βαθμός δυσκολίας. Το αντίθετο. Αυτό που πετύχαινε ουσιαστικά ο «Ζόιντ» ήταν μέσα σε ένα άλμα σε πρώτο χρόνο να φέρει την μπάλα από το ύψος του στομαχιού του στο ύψος της στεφάνης με περιστροφική κίνηση των χεριών του! Προσθέστε σε αυτό την εκρηκτικότητα και το άλμα του Ντόμινικ και αυτόματα αντιλαμβάνεστε τους λόγους που το κοινό παραληρούσε κάθε φορά που ο άσος των Χοκς ξεχυνόταν στον αιφνιδιασμό.

Στο Ολ Σταρ Γκέιμ του 1996, χρονιά κατά την οποία ο Ουίλκινς αγωνίστηκε στη χώρα μας με τα χρώματα του Παναθηναϊκού, το φίλαθλο κοινό στο ΟΑΚΑ είχε την τιμή να παρακολουθήσει ιδίοις όμμασι τον 35χρονο σταρ επί τω έργω στο διαγωνισμό καρφωμάτων. Περιττό να αναφέρουμε ότι ο «ανεμόμυλος» απέσπασε ισάριθμα δεκάρια από την πενταμελή κριτική επιτροπή!

 

ΧΑΚΙΜ ΟΛΑΖΟΥΟΝ: «Dream shake»

Χωρίς καμία αμφιβολία, ο Χακίμ «The Dream» Ολάζουον ήταν ο πιο τεχνίτης ψηλός που έχει πατήσει ποτέ στα παρκέ του NBA. Γρήγορος, ευκίνητος, δυνατός, με ευρεία γκάμα επιθετικών επιλογών τόσο κοντά όσο και μακριά απ’ το καλάθι, ο Νιγηριανός (πολιτογραφημένος Αμερικάνος) σούπερ-σταρ ήταν ένας ψηλός με αρμονία κινήσεων που παρέπεμπαν περισσότερο σε περιφερειακό παίκτη παρά σε σέντερ. Και ήταν αυτή η δημιουργικότητα που είχε με την μπάλα στα χέρια, η οποία τον έκανε να εμπνευστεί το περίφημο «Dream Shake» του.

Μια κίνηση που στηριζόταν στη μοναδική για παίκτη του ύψους του λειτουργία των ποδιών, το «Dream Shake» ήταν μια σειρά από προσποιήσεις που χρησιμοποιούσε ο «The Dream» με την μπάλα στα χέρια, προκειμένου να φτάσει στο καλάθι. Συνήθως η προσπάθεια ξεκινούσε με τον ίδιο να έχει πρόσωπο προς το καλάθι ευρισκόμενος σε απόσταση 4-5 μέτρων απ’ τη ρακέτα. Με διαδοχικές προσποιήσεις και αλλεπάλληλες αλλαγές κατεύθυνσης, ο Ολάζουον πετύχαινε να «παγώσει» τον αντίπαλο του για να φτάσει στο τέλος σε ένα άνετο λέι-απ ή κάρφωμα.

Όσο για το γνωστότερο θύμα της κίνησης αυτής; Αυτός δεν ήταν άλλος από τον -εκ των κορυφαίων αμυντικών ψηλών στην ιστορία της λίγκας και Κορυφαίο Αμυντικό του ΝΒΑ για το 1992- Ντέιβιντ Ρόμπινσον, ο οποίος στα πλέι οφ του 1995 ανάμεσα στους Σπερς και τους Ρόκετς είδε τον Ολάζουον να τον κάνει γιο-γιο με το «Dream Shake» του, μέχρι να φτάσει σε ένα άνετο λέι-απ. Ονειρικό!

 

ΝΤΙΚΕΜΠΕ ΜΟΥΤΟΜΠΟ: «Finger wag»

Επειδή το μπάσκετ είναι άθλημα και ψυχολογίας ο αείμνηστος Ντικέμπε Μπουτόμπο είχε εφεύρει μια κίνηση η οποία παρόλο που δεν ήταν αμιγώς αγωνιστική, μολαταύτα προσέφερε τη δυνατότητα στον Ζαϊρινό σέντερ να κάνει σμπαράλια την ψυχολογία των αντιπάλων του. Το «Finger Wag», όπως χαρακτηριστικά έμεινε στην ιστορία, ήταν κάτι σαν ιεροτελεστία για τον αειθαλή ύψους 2.18 άσο και αφορούσε στο περιπαικτικό και ειρωνικό κούνημα του δείκτη του χεριού του, ύστερα από κάθε μπλοκ του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Μουτόμπο καθιστούσε σαφές προς όλους τους παίκτες της αντίπαλης ομάδας ότι όσο εκείνος θα βρισκόταν στο γήπεδο η μπάλα δεν υπήρχε περίπτωση να μπει στο καλάθι που εκείνος υπερασπιζόταν.

Η συγκεκριμένη του χειρονομία βέβαια επειδή από ένα σημείο και μετά θεωρήθηκε αντιδεοντολογική ως προς την άμιλλα που προάγει το άθλημα, τιμωρούνταν από τους διαιτητές με τεχνική ποινή, με αποτέλεσμα ο Κογκολέζος ν’ αλλάξει… κατιτίς τη συνήθειά του. Αντί, λοιπόν, να κουνάει το δάχτυλό του στους αντιπάλους του αποφάσισε να το κουνάει στο κοινό.

Καλά όλα, όμως επειδή ως γνωστόν όλα εδώ πληρώνονται, η… μόδα που καθιέρωσε ο Μουτόμπο σε κάποιες περιπτώσεις του βγήκε σε κακό, αφού αρκετοί ήταν αυτοί που έθεσαν σα στόχο να καρφώσουν την μπάλα στα μούτρα του απλά και μόνο για να του κουνήσουν επιδεικτικά το δάχτυλο στη συνέχεια. Για περαιτέρω πληροφορίες παραπέμπουμε στους Μάικλ Τζόρνταν, Βινς Κάρτερ, Κένιον Μάρτιν και Ρίτσαρντ Τζέφερσον.

 

ΚΑΡΛ ΜΑΛΟΟΥΝ: «Pose dunk»

Γνωστό και ως «Special Delivery» («Ειδική Παράδοση»), απόρροια του χαρακτηρισμού «Ταχυδρόμος» που είχε αποδοθεί στον κορυφαίο -κατά πολλούς- πάουερ φόργουορντ όλων των εποχών, λόγω της ασύλληπτης σταθερότητας που ανέκαθεν χαρακτήριζε το παιχνίδι του. Αναφορικά με το «Pose Dunk» τώρα, η αλήθεια είναι πως το συγκεκριμένο είδος καρφώματος δεν ενείχε κάτι το ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Δεν ήταν δηλαδή ούτε σαν τους θεαματικούς «ανεμόμυλους» του Ντόμινικ, ούτε σαν το αριστοκρατικό «Status Of Liberty» του Ουόρθι. Κάθε άλλο, το συγκεκριμένο είδος καρφώματος του Μαλόουν θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει μέχρι και… αστείο. Κάρφωμα με το δεξί χέρι στον αιφνιδιασμό, την ίδια ώρα που η παλάμη του αριστερού ακουμπάει στο σβέρκο του «δράστη». Μικρό επίπεδο δυσκολίας, περιορισμένο πεδίο δημιουργικότητας, πενιχρή εφαρμογή αλτικών ικανοτήτων.

Μολαταύτα, στα highlights του ΝΒΑ στη δεκαετία των ’90s το εν λόγω κάρφωμα του «Ταχυδρόμου» κατείχε περίοπτη θέση, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν την απόσυρση του τέως άσσου των Τζαζ και των Λέικερς αρκετοί All Stars (Γκραντ Χιλ και Καρόν Μπάτλερ μεταξύ άλλων) ήταν αυτοί που το υιοθέτησαν σε κάποια μεμονωμένη φάση ως φόρο τιμής προς τον «εμπνευστή» της. Όχι γιατί ήταν κάτι το θεαματικό, αλλά επειδή ήταν μια φιγούρα που έφερε την υπογραφή του δεύτερου σκόρερ όλων των εποχών -σε απόλυτους αριθμούς- του NBA. Και όπως η φιγούρα του Τζέρι Ουέστ θα είναι πάντοτε ταυτόσημη με το λογότυπο του ΝΒΑ, έτσι και το «Pose dunk» θα ανασύρει στις μνήμες όλων την εικόνα του καλογυμνασμένου Καρλ να μοιράζει -όχι γράμματα αλλά- καρφώματα στους αντιπάλους του…

 

ΤΙΜ ΝΤΑΝΚΑΝ: «Bank Shots»

Αν θα χρειαζόταν κάποιος να αποδώσει έναν χαρακτηρισμό στον Τιμ Ντάνκαν που να αποτυπώνει στο έπακρο αυτήν καθαυτή την μπασκετική του υπόσταση, τότε αυτός θα ήταν κάπως έτσι: ο πιο αντιεμπορικός σούπερ σταρ όλων των εποχών. Αν κι εδώ που τα λέμε, ο «Τίμι» περισσότερο σε αντιστάρ παραπέμπει παρά σε σούπερ σταρ. Και οι λόγοι είναι προφανείς. Αντι-τηλεοπτικός σε βαθμό κακουργήματος, αντι-δημοσιογραφικός σε σημείο εξοστρακισμού, θεαματικός όσο μια σακαράκα σε πίστα της Φόρμουλα 1 και βαρετός στα όρια της γεροντικής πληκτικής άνοιας.

Κι όμως η ιστορία έχει γράψει! Και μάλιστα έχει γράψει αυτό που στις περιπτώσεις πολλών άλλων θεαματικότερων παικτών έμεινε κενό από γράμματα: πρωταθλήματα. Τέσσερα τον αριθμό, το ένα πιο πολύτιμο απ’ το άλλο. Πρωταθλήματα που σε μεγάλο ποσοστό δομήθηκαν πάνω στις βάσεις του πιο αντιπροσωπευτικού (άρα και συνάμα βαρετού) στοιχείου του παιχνιδιού του Ντάνκαν: το «Bank Shot». Ήτοι το σουτάκι από διαγώνια θέση και από μέση απόσταση με ταμπλό. Βαρετό, αλλά τόσο αποτελεσματικό. Σα λεφτά στη τράπεζα, όπως υποδηλώνει και η ονομασία του. Για την περίπτωση του Τιμ Ντάνκαν, τίποτε άλλο δε θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό.

 

ΜΑΤΖΙΚ ΤΖΟΝΣΟΝ: «No-look Pass»

Αν τα «Status Of Liberty» καρφώματα του Τζέιμς Ουόρθι ήταν το κερασάκι στην τούρτα του «Showtime» των Λέικερς, τότε οι τυφλές πάσες του Μάτζικ ήταν η ίδια η τούρτα, η σαντιγί, το σιροπάκι και το πολυτελές σερβίτσιο μαζί!

Όχι ότι εδώ λέμε κάτι καινούργιο βέβαια, άλλωστε είναι γεγονός ότι το παιχνίδι των Λέικερς στη δεκαετία του ’80 λειτουργούσε κι εφαρμοζόταν βάσει της ευφυΐας του πολυτάλαντου, πολυσύνθετου και πολυδιάστατου κυρίου Έρβιν.

Κι αν πολλοί μεγάλοι παίκτες (βλέπε Τζέισον Κιντ, Ανφέρνι Χάρνταγουεϊ, Στιβ Νας, Τζέισον Ουίλιαμς στο NBA, αλλά και Σαρούνας Γιασικεβίτσιους, Θοδωρής Παπαλουκάς από την Ευρώπη) ήταν αυτοί που υστερόχρονα αποφάσισαν να υιοθετήσουν τη… μαγεία του, πασάροντας την μπάλα χωρίς να κοιτάζουν, παρά ταύτα κανείς δεν το έκανε με τη μοναδική έφεση που χαρακτήριζε τον ζωντανό θρύλο των Λέικερς. Εν κινήσει, μετά από ντρίμπλα, στον αιφνιδιασμό, σε «set» επίθεση πέντε εναντίον πέντε, απ’ την κορυφή της ρακέτας, απ’ την baseline, με το ένα χέρι, με τα δυο χέρια, γενικά όπως ήθελε μπορούσε να πασάρει την μπάλα στον -οποιονδήποτε- συμπαίκτη του χωρίς να κοιτάζει.

Και να σκεφτεί κανείς ότι τα πρώτα του βήματα τα είχε κάνει όχι με μια μπάλα του μπάσκετ, αλλά με ένα κουβάρι από κάλτσες που ο ίδιος είχε μετατρέψει σε κάτι σαν μπάλα. Όμως εδώ που τα λέμε ο Ντέιβιντ Κόπερφιλντ κατάφερε να εξαφανίσει το Άγαλμα της Ελευθερίας, ο Μάτζικ θ’ αδυνατούσε να δημιουργήσει μια μπάλα απ’ το πουθενά;

 

ΤΟΝΙ ΠΑΡΚΕΡ: «Teardrop»

Μολονότι δεν είναι ο εμπνευστής του συγκεκριμένου είδους σουτ, του αποδίδουμε τα… πνευματικά δικαιώματα λόγω επιδόσεων. Τρία πρωταθλήματα NBA (2003, 2005, 2007), ένα βραβείο MVP (2007), τρεις συμμετοχές σε All Star Game (2006, 2007, 2009) και μια επιλογή στην Τρίτη Καλύτερη Πεντάδα του NBA (2009), αν μη τι άλλο συνιστούν επιτεύγματα που δεν τα συναντά κανείς εύκολα. Και να σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για έναν μη Αμερικανό παίκτη, που δεν έχει φτάσει καν τα 30 χρόνια ζωής ακόμα (28 κλεισμένα) και ο οποίος συχνά πυκνά κατηγορείται πως βρίσκεται στα φώτα της δημοσιότητας, εξαιτίας της διάσημης και πανέμορφης -πρώην πλέον- συζύγου του, Εύα Λονγκόρια.

Αυτά όμως μικρή σημασία έχουν, δεδομένου ότι ο Τόνι Πάρκερ τη δουλειά του την κάνει πολύ καλά. Όντας ένας από τους καλύτερους σκόρερ που κυκλοφορούν στην θέση του πλέι-μέικερ αυτή τη στιγμή σε ολόκληρο το NBA, ο Γάλλος καταφέρνει να διεμβολίζει τις αντίπαλες άμυνες με τις διεισδύσεις του, σκοράροντας κατά βούληση. Ταχύτατος, εκρηκτικότατος, με άγνοια κινδύνου παρά το μικρό -για μπασκετμπολίστα- μπόι του (1.88), έχει μάθει να στέλνει την μπάλα με μαθηματική ακρίβεια στο καλάθι, εφαρμόζοντας στην εντέλεια το «teardrop» σουτ.

Κάτι ανάμεσα σε μπάσιμο, μακρινό λέι-απ, ραβέρσα και… κάτι σαν σουτ, το «teardrop» είναι μια κίνηση που χρησιμοποιείται κυρίως από κοντύτερους παίκτες, ώστε να πετυχαίνουν πόντους κοντά στο καλάθι αποφεύγοντας τις τάπες των αντιπάλων ψηλών. Ο Πάρκερ θεωρείται εξπέρ στο συγκεκριμένο είδος, κάτι που αποδεικνύεται εξάλλου και από το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια θεωρείται ο κορυφαίος «κοντός» στο σκοράρισμα πόντων μέσα στη ρακέτα!

 

ΡΕΤΖΙ ΜΙΛΕΡ: «Break away & fade away»

Τον έχουν ονομάσει Ρέτζι «Κίλερ» και «Νοσφεράτου». Είναι ο άνθρωπος ο οποίος πριν από 16 χρόνια, σε μια από τις μεγαλύτερες βεντέτες (σ.σ. αυτήν ανάμεσα στους Νικς και τους Πέισερς), σκόραρε 8 νικητήριους πόντους στα 16 τελευταία δευτερόλεπτα του πρώτου αγώνα μεταξύ των δυο ομάδων για τα πλέι-οφ, καθώς κι εκείνος που φιγουράρει πρώτος στη λίστα των παικτών με τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα στην ιστορία του NBA, με 2.560 εύστοχες «βόμβες». Ακόμα και στα 39 του χρόνια ήταν ικανός να σκοράρει 39 πόντους -πράγμα που έκανε- ενάντια στον Κόμπι Μπράιαντ και τους Λέικερς ή να σημειώσει 27 πόντους σε αγώνα πλέι οφ ενάντια στην πιο σκληρή άμυνα της λίγκας τότε (Πίστονς)!

Πώς τα κατάφερνε όλα αυτά. Είχε ταλέντο. Είχε μυαλό. Είχε όρεξη για δουλειά. Και κατάφερε όλα αυτά να τα εντάξει σε μια κίνηση που κανείς ποτέ δεν κατάφερε να περιορίσει. Το «Break away & fade away» σουτ του Ρέτζι Μίλερ είναι από τις περιπτώσεις εκείνες που διδάσκονται σε σεμινάρια για μπάσκετ, αναφορικά με το πώς πρέπει να κινείται ο παίκτης χωρίς την μπάλα και να εκτελεί δίχως να χρειάζεται να επιστρατεύσει ντρίμπλα.

Με συνεχές τρέξιμο στη baseline, αλλεπάλληλες προσποιήσεις, διαδοχικά σκριν από τους συμπαίκτες του και αρκετούτσικες… αγκωνιές ο All Star των Πέισερς κατάφερνε να ξεμαρκαριστεί για κλάσματα του δευτερολέπτου και να εκτελέσει ανενόχλητος. Nothing but net! Μόνο τυχαίο δεν ήταν το γεγονός ότι το ονομά του θα βρίσκεται πλέον στο Hall of Fame.

ΣΤΙΒ ΝΑΣ: «Fifteen foot floater»

Η κωδική ονομασία «3F» (συντομογραφία από τα αρχικά της κίνησης), είναι ένα από τα βασικότερα συστατικά της επιτυχίας του Καναδού άσου.

Βέβαια υπάρχουν και οι ασίστ (8.3 μέσος όρος καριέρας), καθώς και τα εξωπραγματικά ποσοστά σε βολές και τρίποντα (90,3 % και 43,2 % αντίστοιχα), αλλά αυτά δεν έχουν να κάνουν με το θέμα μας. Κι αυτό, γιατί το θέμα μας εδώ είναι το «Fifteen foot floater» ή αλλιώς «3F» σουτ του Στιβ Νας.

Ένα σουτ, πάντως, που λαμβάνει δράση υπό τις πιο ανορθόδοξες συνθήκες που μπορεί να φανταστεί κανείς: εν κινήσει, σε απόσταση περίπου πέντε μέτρων απ’ το καλάθι, με το ένα πόδι λυγισμένο να βρίσκεται στον αέρα, το άλλο τεντωμένο να πατάει στο έδαφος, το σώμα να κλίνει προς τα πίσω και όλα αυτά την ίδια ώρα που γίνεται το σουτ προς το αντίπαλο καλάθι!

Καμία εξήγηση δε θα γινόταν να δικαιολογήσει τη χρησιμότητα μιας τέτοιας κίνησης. Απ’ την άλλη, όμως, πόσοι μπόρεσαν να εξηγήσουν την ανάδειξη του Στιβ Νας σε MVP του NBA επί δυο συναπτές σεζόν (2005, 2006);

 

ΚΕΒΙΝ ΜΑΚΧΕΪΛ: «Up & under»

Κατέκτησε τρία πρωταθλήματα (1981, 1984, 1986), αναδείχθηκε Καλύτερος Έκτος Παίκτης του NBA το 1984 και το 1985, αγωνίστηκε σε 7 All Star Games και είναι ο μοναδικός μπασκετμπολίστας στην ιστορία του πρωταθλήματος που πέτυχε να τερματίσει μια σεζόν (1986-87) με ποσοστό άνω του 60 % στα δίποντα (60.4 %) και 80 % στις βολές (83.6), έχοντας μάλιστα την ίδια ώρα εντυπωσιακή παραγωγικότητα, με 26.1 πόντους και 9.9 ριμπάουντ.

Γενικά, αν υπήρχε Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου στο NBA, τότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο παλιός άσος των Σέλτικς ήταν ο καλύτερος -μαζί με τον Σκότι Πίπεν- στην ιστορία του αθλήματος σε αυτή τη δουλειά. Κι ας τον αποκαλούσε ο Ντάνι Έιντζ «Μαύρη Τρύπα» επειδή όποτε έπαιρνε την μπάλα μέσα στη ρακέτα δεν την έδινε ποτέ πίσω (σ.σ. χαρακτηριστικό, εξάλλου, έχει μείνει το στιγμιότυπο από τον τρίτο αγώνα των Σέλτικς με τους Μπουλς στα πλέι οφ του 1986-ο ίδιος αγώνας που ο Μάικλ Τζόρνταν σημείωσε ρεκόρ σκοραρίσματος στην ποστ-σίζον με 63 πόντους-όπου ο Μακχέιλ ξαπλωμένος στο έδαφος με την μπάλα στα χέρια αντί να πασάρει προτίμησε να σουτάρει-και να σκοράρει!).

Αλλά εδώ που τα λέμε, σωστά έπραττε. Ειδικά απ’ τη στιγμή που είχε βρει την τέλεια κίνηση για να σκοράρει. Ο λόγος για το «Up & under» σουτ του Μακχέιλ. Το οποίο παρεμπιπτόντως δεν ήταν κάτι το εντυπωσιακό ή το θεαματικό. Ήταν περισσότερο θέμα μυαλού, καθώς και αντίληψης του χώρου μέσα και γύρω απ’ τη ρακέτα. Με μια προσποίηση στο low-post ο άσος των Σέλτικς «ψάρωνε» τον προσωπικό του αντίπαλο και ακολούθως εκμεταλλευόμενος τα μακριά του άκρα σκόραρε, ρέποντας το κορμί του προς την κατεύθυνση της μπασκέτας.

Κατά κάποιους πρόκειται για την ιδανικότερη κίνηση που εφευρέθηκε ποτέ από ψηλό στο post. Διαπίστωση αναμενόμενη, εφόσον αναλογιστούμε ότι αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως ο Κέβιν Μακχέιλ αποτελεί έτσι κι αλλιώς τον ορισμό του ιδανικού παίκτη στο post…

 

ΣΑΚΙΛ Ο’ ΝΙΛ: «Drop Step»

Shaq παρόντος πάσα αρχή παυσάτω! Ο πιο κυρίαρχος παίκτης του NBA στη μετα-Τζόρνταν και προ-Κόμπι εποχή δε θα μπορούσε να απουσιάζει απ’ τη λίστα. Όπως δε θα γινόταν φυσικά ν’ απουσιάζει απ’ τη λίστα και η κίνηση που στα πρώτα πέντε χρόνια της νέας χιλιετίας είχε αναχθεί στον απόλυτο εφιάλτη των αντίπαλων αμυντικών.

Το «Drop Step» ή αλλιώς «Black Tornado» (για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο που ο ίδιος προτιμά να χρησιμοποιεί) αποτελεί έναν συνδυασμό ωμής δύναμης και θανατηφόρων αγκώνων. Ό,τι ήταν -κι εξακολουθεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι ακόμα και τώρα στα βαθιά γεράματα- ο Σακίλ Ο’ Νιλ δηλαδή. Έχοντας πλάτη τον προσωπικό του αντίπαλο, ο δυναμικός σέντερ υποδέχεται την μπάλα λίγο έξω απ’ τη ρακέτα.

Στη συνέχεια «ρολάρει» το κορμί του πάνω στο κορμί του αντιπάλου του με μια ντρίμπλα, χρησιμοποιώντας παράλληλα τους αγκώνες του (στο επιτρεπτό όριο) ώστε να ανοίξει χώρο και να ολοκληρώσει τη φάση με ένα εντυπωσιακό κάρφωμα. Μικρό επίπεδο τεχνικής, τεράστιο επίπεδο δύναμης, εύκολοι πόντοι. Με λίγα λόγια: Shaq Attack!

Πέντε λόγια και καλά

• Μπορεί οι εμπνεύσεις του ΛεΜπρόν Τζέιμς στο σκοράρισμα να είναι ανεξάντλητες, ωστόσο ήταν μια αμφιλεγόμενη κίνησή του εκείνη που έθεσε σε συναγερμό την περσινή σεζόν ολόκληρο το NBA. Ο λόγος φυσικά για τη διάσημη πλέον «crab dribble» (σε ελεύθερη μετάφραση «ντρίμπλα κάβουρα») του «Βασιλιά», ήτοι το μπάσιμο που πραγματοποιεί ύστερα από την τελευταία του ντρίμπλα, προκειμένου να αφήσει πίσω του τον προσωπικό του αντίπαλο. Η διένεξη, λοιπόν, εδώ έχει να κάνει με το εξής: κάνει βήματα ο ΛεΜπρόν ή όχι; Όλα τα βίντεο και οι ειδικοί συνηγορούν στο συμπέρασμα πως κάνει τρία βήματα, άρα ορθώς οι διαιτητές του καταλογίζουν την παράβαση. Απ’ την άλλη, όμως, αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως σε όλους τους μεγάλους παίκτες ανέκαθεν επιτρεπόταν από καιρού εις καιρόν μια μικρή… απόκλιση απ’ τους κανονισμούς. Και το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ντρίμπλα έγινε γνωστή εξαιτίας του τετράκις MVP της λίγκας -έστω και για αρνητικούς λόγους- αν μη τι άλλο πιστοποιεί πως ο Λεμπρόν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία.
• Οι «Διόσκουροι» των Γιούτα Τζαζ, Καρλ Μαλόουν και Τζον Στόκτον, ήταν αυτοί που στη δεκαετία του ’90 έκαναν μόδα στο NBA τον όρο «pick n roll», θέτοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις βάσεις της επιτυχίας των «Μορμόνων». Η συνεργασία των δυο παικτών απαιτούσε το εξής: ο «Ταχυδρόμος» έστηνε σκριν στον Στόκτον κι ακολούθως «έκοβε» προς το καλάθι για να δεχτεί στην τελική κατάληξη της φάσης την ασίστ από τον λευκό πλέι-μέικερ και να σκοράρει καρφώνοντας την μπάλα. Η πασίγνωστη ατάκα του Μαρβ Άλμπερτ, «Stockton to Malone», από κει βγήκε.
• Αν και δεν αποτελεί δημιούργημα των ίδιων, ωστόσο οι «alley-oop» φάσεις που έβγαζαν στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘90 ο Γκάρι Πέιτον με τον Σον Κεμπ έχουν μείνει διαχρονικές. Άλλωστε αυτό ήταν το σήμα κατατεθέν του παιχνιδιού των Σόνικς τότε: ο «Glove» άνοιγε τον αιφνιδιασμό ντριμπλάροντας και ο «Reign Man» διέσχιζε πιο γρήγορα από όλους τους άλλους το γήπεδο προκειμένου να φτάσει κοντά στο καλάθι. Όταν αυτό συνέβαινε τα καλάθια… αναστέναζαν, αφού η μπάλα έφευγε συστημένη απ’ τα χέρια του Πέιτον για να την υποδεχτεί στον αέρα ο Κεμπ και να την καρφώσει.
• Πολλές φορές στη μετάδοση ενός αγώνα, όταν το σκορ «ξεφεύγει» και οι άμυνες ως δια μαγείας εξαφανίζονται, ακούμε τον εκφωνητή να περιγράφει το παιχνίδι ως «run and gun». Ο όρος δεν είναι τυχαίος, αλλά έχει τις ρίζες του στον προπονητή των Ντένβερ Νάγγετς στο διάστημα 1989-1991, Πολ Ουέστχεντ, ο οποίος αποφάσισε τότε να παίξει το πιο ελεύθερο, ασυντόνιστο κι ανεξέλεγκτο είδος μπάσκετ που μπορούσε να υπάρξει στηριζόμενος στη λογική του «θα βάλω περισσότερους απ’ όσους θα φάω». Ανύπαρκτη άμυνα, επιθέσεις στα 5-10 δευτερόλεπτα, διαδοχικοί αιφνιδιασμοί και αμέτρητα σουτ τριών πόντων ήταν το τότε στιλ παιχνιδιού των «Σβόλων», σε ένα εγχείρημα πάντως που απέτυχε παταγωδώς.
• Το «κάτι σαν σουτ» του Ουόλτερ Μπέρι και οι «μπομπίτες» του Χουάν Κάρλος Ναβάρο γεγονός είναι πως δεν πήραν τα ονόματά τους από τους Αμερικάνους, αλλά από τους Ευρωπαίους και -στην περίπτωση του πρώτου- από τους Έλληνες. Ωστόσο, με δεδομένο ότι και οι δυο άφησαν σχετικά καλά διαπιστευτήρια στο NBA (σ.σ. ο «Τρουθ» είχε 14.1 πόντους μέσο όρο στα τρία χρόνια που αγωνίστηκε εκεί, ενώ ο «Λα Μπόμπα» ψηφίστηκε στη Δεύτερη Καλύτερη Πεντάδα των ρούκις) δράττουμε την ευκαιρία να τους αναφέρουμε τιμής ένεκεν! Αδυναμίες είναι αυτές…

Σχετικά άρθρα