Το βράδυ της 21ης Μαΐου δεν έμελλε να αποτελέσει ένα ακόμα ορόσημο στη σύγχρονη ιστορία του Ολυμπιακού. Παρά τις εξ αρχής μεγάλες προσδοκίες για την επιστροφή των «ερυθρολεύκων» στην κορυφή της Ευρώπη, που έγιναν τεράστιες μετά το… διαστημικό γ’ δεκάλεπτο εναντίον της Μονακό και τον αποκλεισμό της Μπαρτσελόνα από τη Ρεάλ, η 4η ευρωπαϊκή κούπα δεν ήρθε στον Πειραιά.

Με το που έληξε ο δραματικός τελικός, κάποιοι έσπευσαν να βαπτίσουν τον «δήμιο» του Ολυμπιακού, Σέρχιο Γιουλ, ως άλλον… Κορνήλιους Τόμπσον και το Κάουνας ως άλλο Τελ Αβίβ. Όσοι το πιστεύουν αυτό αγνοούν μια σημαντική παράμετρο: ο Ολυμπιακός του 1994 διέθετε στις τάξεις του παίκτες σούπερ σταρ, όπως ο Ζάρκο Πάσπαλι και ο Ρόι Τάρπλει, τον έμπειρο (και εμφανώς βελτιωμένο συγκριτικά με όταν αγωνιζόταν στον ΠΑΟΚ) Φασούλα και μια πλειάδα ταλαντούχων και εργατικών νεαρών, προεξέχοντος του Σιγάλα και του Τόμιτς (σ.σ. ο Τάρλατς προερχόταν από σοβαρό τραυματισμό και ήταν φανερά ανέτοιμος).

Το μπάσκετ που είχε παίξει εκείνη τη σεζόν η ομάδα του Γιάννη Ιωαννίδη ήταν κατά διαστήματα εντυωσιακό και αφού ξεπέρασε (δύσκολα) τον «σκόπελο» της Μπάκλερ Μπολόνια στα προημιτελικά, χρίστηκε (δικαίως) ως το μεγάλο φαβορί κόντρα στην Μπανταλόνα στον τελικό του φάιναλ φορ. Φυσικά δεν είναι της παρούσης να αναλύσουμε το έγινε σε εκείνο το παιχνίδι και χάθηκε ένα, κατά γενική ομολογία, «σίγουρο» τρόπαιο.

Πάμε τώρα στον φετινό Ολυμπιακό. Τον Ολυμπιακό του Γιώργου Μπαρτζώκα, που δε διαθέτει ούτε Πάσπαλι, ούτε Τάρπλει, αλλά μια πλειάδα «μεταμορφωμένων» προς το καλύτερο παικτών, οι οποίοι υπό τις οδηγίες του κορυφαίου επί δύο σερί χρονιές προπονητή της Euroleague δίνουν το 200% του εαυτού τους, αποδίδοντας εκπληκτικό μπάσκετ.

Χάρη στην τρομερή δουλειά, ο Λαρεντζάκης έγινε «Λάρι» με τα εκπληκτικά (ενίοτε άναρχα σουτ) και την αυταπάρνηση στη άμυνα, ο (χωρίς να κάνει ντρίπλα και απίστευτος στην κίνηση χωρίς μπάλα) Βεζένκοφ βγήκε MVP της Euroleague, ο Ουόκαπ θυμίζει τον «εξολοθρευτή» παρελθόντους, Γιούρι Ζντοβτς, ο Παπανικολάου κάνει την καλύτερη σεζόν της καριέρας του και ο Σλούκας έρχεται από τον πάγκο να προσφέρει τα ποιοτικά του στοιχεία. Όσο για το Κάνααν; Προσαρμόστηκε σε νέα δεδομένα και έδειξε πόσο «υπάκουος στρατιώτης» είναι αποδεχόμενος ότι δε θα είναι το «πρώτο βιολί» στην επίθεση, όπως είχε μάθει.

Αλήθεια, έχετε αναρωτηθεί, αν όλοι οι παραπάνω παίκτες έχουν την ταμπέλα του «σούπερ σταρ»; Ή αν είναι (πλην βεβαίως του Σλούκα) «μπαρουτοκαπνισμένοι» σε παιχνίδια ειδικού βάρους, όπως είναι ένας τελικός Euroleague; Πάρτε έναν-έναν τους παίκτες της Ρεάλ –εν προκειμένω- και του Ολυμπιακού και κάντε σύγκριση. Προς τα πού πιστεύετε θα γύρει η πλάστιγγα σε ότι αφορά το δίπτυχο «ταλέντο-εμπειρία»; Η απάντηση είναι προφανής! Ο Ολυμπιακός, εκπέμποντας υγεία και σούπερ επαγγελματισμό, έφτασε πέρσι και φέτος να τρυπήσει το ταβάνι του, χωρίς να έχει τα πολύ μεγάλα ονόματα ή φυσικά το τεράστιο μπάτζετ. Από την άλλη, η Ρεάλ δεν έχει τυχαία τον χαρακτηρισμό «βασίλισσα».

Το 1994, ο Ολυμπιακός ήταν το απόλυτο φαβορί κόντρα στην Μπανταλόνα γιατί διέθετε «αστερόσκονη» και η αντίπαλός του όχι. Προσωπικά δε μου αρέσει να κάνω συγκρίσεις σε διαφορετικές εποχές, όμως πάντα στο μπάσκετ οι σούπερ σταρ κρίνουν τα μεγάλα παιχνίδια. Δείτε πώς έπαιξε ο Φαλ απέναντι στον Ταβάρεζ και πώς απέναντι (ας με συγχωρέσει ο Έλληνας διαεθνής) Παπαγιάννη. Ακόμα και ο MVP Βεζένκοφ κουβαλούσε από πέρσι το βάρος του να αποδείξει ότι μπορεί να κάνει τη διαφορά σε ένα φάιναλ φορ. Ναι, φέτος έπεισε και τους πλέον δύσπιστους ότι έχει τα «καρύδια», όμως σούπερ σταρ δεν τον λες. Αναλογιστείτε αν οι παίκτες του φετινού (ή και του περσινού) Ολυμπιακού θα είχαν την ίδια απόδοση αν είχαν άλλον προπονητή ή έπαιζαν σε άλλες ομάδες. Προσωπικά δεν το πιστεύω με τίποτα. Γι’ αυτό και βγάζω το καπέλο στον Μπαρτζώκα που χωρίς να διαθέτει Ταβάρεζ, Γιουλ, Ροντρίγκεθ, Ρούντι και –διάβολε- δε διαθέτει δύο πεντάδες από εξαιρετικούς παίκτες, όπως η Ρεάλ, έφτασε μια ανάσα από το να σηκώσει την κούπα.

Που θέλω να καταλήξω; Ο Ολυμπιακός, παρά την εκπληκτική κανονική περίοδο στη φετινή Euroleague, σε έναν τελικό απέναντι στη Ρεάλ, ΔΕΝ μπορεί να χαρακτηριστεί ως τα φαβορί. Γιατί, σαν μονάδες η Ρεάλ υπερέχει στο σύνολο και σαν εμπειρία και ψυχολογία απέδειξε κόντρα στην Παρτιζάν με την ιστορική (πρώτη στα χρονικά) ανατροπή από 0-2 σε 3-2 ότι τους τελικούς της Euroleague τους έχει για… γαριδάκια. Κι ας έπαιξε με 3 σοβαρές απουσίες. Και ας είναι γερασμένη ως ομάδα. Η ιστορία έγραψε ότι όπως θα ήταν δύσκολο για τη Μονακό να νικήσει για 3η φορά φέτος τον Ολυμπιακό, έτσι και οι Πειραιώτες δύσκολα θα κέρδιζαν τους Μαδριλένους και 3η φορά. Οι παίκτες σούπερ σταρ είναι εκείνοι που παίρνουν τα μεγαλα σουτ και τα μεγάλα παιχνίδια. Είναι επίσης αυτοί που σπάνια αστοχούν σε βολές (σ.σ. ο Ολυμπιακός στο Κάουνας είχε μόλις 60%).

Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα περί Τελ Αβίβ ή αποτυχίας. Η Εφές και η Φενέρμπαχτσε έμειναν έξω, η (άπειρη) Μονακό έχασε τα αυγά και τα πασχάλια στον ημιτελικό του Κάουνας, η Μπαρτσελόνα, η Μακάμπι και η Παρτιζάν έμειναν στην… απ’ έξω και ο Παναθηναϊκός έχει να δει φάιναλ φορ από το 2012. Ο Ολυμπιακός είναι άξιος συγχαρητηρίων για την συνολική του εικόνα και προσπάθεια. Έτσι είναι ο αθλητισμός. Όπως το 2012 πήρε στον πόντο την Euroleague (με Σπανούλη και Πρίντεζη βέβαια), έτσι ήρθε η στιγμή να δει και την άλλη όψη του νομίσματος (όπως την είχε δει το Τελ Αβίβ). Μακάρι τα καλοκαίρι να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε οι «ερυθρόελευκοι» να παραμείνουν στο ίδιο (ή και σε μεγαλύτερο) αγωνιστικό επίπεδο και οι φίλοι του μπάσκετ να απολαμβάνουν το σύγχρονο υπέροχο μπάσκετ που διδάσκει ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Και ας μην ξεχνάμε ότι καμιά φορά ισχύει το «καλύτερα τυχερός παρά ικανός»! Όλα είναι μέσα στη ζωή και στο μπάσκετ!